Κυριακή 24 Μαΐου 2015


Ανακοίνωση για τις εκλογές για νέα Διοίκηση στο Εργατικό Κέντρο Τρικάλων

 

Οι εκλογές για νέα Διοίκηση στο Εργατικό Κέντρο Τρικάλων, γίνονται σε μια περίοδο στην οποία η καπιταλιστική κρίση εξακολουθεί να καθορίζει τις εξελίξεις με βαριές συνέπειες για την εργατική τάξη: μαζική φτώχια και ανεργία, εξαθλίωση, ένταση της εκμετάλλευσης, μείωση του μεροκάματου και του μισθού, υποβάθμιση του επιπέδου της διαβίωσης  συνολικά και χειροτέρευση των συνθηκών εργασίας.

Μετά από τέσσερα χρόνια μνημονίου, οι έλληνες κεφαλαιοκράτες σε αγαστή συνεργασία με την Τρόικα, έχουν καταφέρει να κατεδαφίσουν την εργατική νομοθεσία, να πετσοκόψουν μισθούς και μεροκάματα και να φέρουν  το εργατικό κόστος στα μέτρα τους. Η εργατική τάξη βρέθηκε σε διασταυρούμενα πυρά, καθώς εκτός από την χωρίς προηγούμενο επίθεση των κεφαλαιοκρατών, αντιμετώπισε τη φοροεπιδρομή και τις περικοπές σε υγεία, παιδεία, κοινωνικές υπηρεσίες και είδε το βιοτικό της επίπεδο να συντρίβεται.

Τα νούμερα είναι αποκαλυπτικά: πραγματική ανεργία πάνω από 1.500.000, 700.000 φορολογούμενοι με ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία, 3.000.000 ανασφάλιστοι, πάνω από 5.000 αυτοκτονίες στη μνημονιακή τετραετία, χιλιάδες οικογένειες χωρίς ρεύμα και θέρμανση.

Την ίδια στιγμή που το εισόδημα των λαϊκών στρωμάτων λεηλατούνταν, όπως και τα αποθεματικά των ασφαλιστικών τους ταμείων για την αποπληρωμή των τοκογλύφων, και η εργατική τάξη οδηγούνταν στην απελπισία, η αστική τάξη και η Τρόικα έκαναν πλιάτσικο λεηλατώντας τη δημόσια περιουσία και απολάμβαναν νέα κέρδη.

Τα αποτελέσματα των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου αποτέλεσαν ήττα των  μνημονιακών δυνάμεων και μια πρώτη νίκη του κινήματος σε βάρος των μνημονιακών πολιτικών. Η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα στήριξαν μαζικά την εκλογή μια νέας κυβέρνησης με αντιμνημονιακό λόγο, για να απαλλαγούν από τις αντεργατικές-αντιλαϊκές πολιτικές που εφαρμόστηκαν σε βάρος τους και τους υπέβαλαν σε διαρκείς στερήσεις.

Η εργατική τάξη και ο λαός έκαναν ένα πρώτο βήμα με την ψήφο τους στις 25 Ιανουαρίου για να απαλλαγούν από τα μνημόνια. Αποσταθεροποίησαν την κυρίαρχη πολιτική γραμμή της αστικής τάξης αλλά δεν την έχουν ανατρέψει. Ο μόνος δρόμος απαλλαγής από τις μνημονιακές πολιτικές είναι ο δρόμος της συνολικής σύγκρουσης με τις δυνάμεις του κεφαλαίου, μέσα και έξω από τη χώρα. Πράγμα που γίνεται πλατιά κατανοητό από τους συνεχόμενους εκβιασμούς των δανειστών-τοκογλύφων αλλά και τις αντιδράσεις και τις ίντριγκες των ντόπιων συμφερόντων.

Οι μνημονιακές πολιτικές δεν μπορούν να καταργηθούν χωρίς σύγκρουση με τους καπιταλιστές και το κράτος τους και την ΕΕ που επιβάλει αυτές τις πολιτικές σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Η κατάργηση του μνημονίου, η κατάργηση δηλαδή των εφαρμοστικών νόμων και η καταγγελία της δανειακής σύμβασης είναι ο πρώτος κρίκος μιας αλυσίδας που αναγκαστικά συνδέεται με την παύση πληρωμών, τη μη αναγνώριση και τη διαγραφή του χρέους το οποίο αποτελεί θηλιά στο λαιμό της εργατικής τάξης, και τείχος πάνω στο οποίο προσκρούουν όλες σχεδόν οι διεκδικήσεις της.

Και μια σειρά άλλες ενέργειες όπως η εθνικοποίηση των τραπεζών χωρίς αποζημίωση και κάτω από εργατικό έλεγχο κ.α.  

Το σκηνικό που διαμορφώθηκε μετά τις εκλογές δημιουργησε συνθήκες διεκδίκησης που πρέπει το μαζικό συνδικαλιστικό κίνημα να αξιοποιήσει, στην κατεύθυνση της πίεσης προς την κυβέρνηση για την υλοποίηση των δεσμεύσεών της απέναντι στην εργατική τάξη και το κίνημά της, για την αποκατάσταση των ΣΣΕ, την κατάργηση των χαρατσιών και της υπερφορολόγησης κλπ, στηλιτεύοντας τις όποιες υπαναχωρήσεις της σε σχέση με τη χρονική μετάθεση της υλοποίησης τους.

Χωρίς το κίνημα να περιοριστεί μόνο σε αυτά.  

Το μαζικό εργατικό κίνημα πρέπει να διεκδικήσει αγωνιστικά την διεύρυνση των κατακτήσεών του στην προοπτική της υλοποίησης της ιστορικής του αποστολής της εργατικής τάξης, η οποία προκύπτει από τη θέση της στην παραγωγή, και είναι η ανατροπή του καπιταλιστικού εκμεταλλευτικού συστήματος και η οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας χωρίς φτώχια, ανεργία, εξαθλίωση, χωρίς πολέμους, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Στην ατζέντα των διεκδικήσεων βρίσκονται ήδη:

-Κατάργηση των μνημονίων και των  εφαρμοστικών νόμων

-Δουλειά για όλους με δικαιώματα-Αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις

-Υπογραφή Συλλογικών Συμβάσεων με υποχρεωτική, γενική και αναδρομική ισχύ

-Κατάργηση των ελαστικών μορφών εργασίας

-Δημόσια δωρεάν υγεία-πρόνοια-παιδεία

-Κατάργηση της υπερφορολόγησης, όλων των χαρατσιών, και των διοδίων

-Διαγραφή των χρεών των εργατικών οικογενειών προς τις τράπεζες και την εφορία

-Μονομερής διαγραφή του δημόσιου χρέους, εκτός αυτού προς τα ασφαλιστικά ταμεία, εθνικοποίηση των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων χωρίς αποζημίωση και κάτω από εργατικό έλεγχο.

Κρίσιμο ζήτημα σε σχέση με την ανεξαρτησία του κινήματος αποτελεί η απεμπλοκή του από την κρατική παρέμβαση στα εσωτερικά του. Πράγμα που πρέπει να τεθεί με άμεσο τρόπο.

Το κίνημα πρέπει να διεκδικήσει την υλοποίηση της απόφασης της ΓΣΕΕ με την οποία ζητούσε «μη ανάμειξη οποιουδήποτε φορέα της εξουσίας στα interna του κινήματος», την κατάργηση όλων των παρεμβατικών μηχανισμών στο σ.κ, της υποχρεωτικής υποβολής για έγκριση του καταστατικού των σωματείων στα Πρωτοδικεία κλπ.

Επιπλέον, το ίδιο πλαίσιο διεκδίκησης πρέπει να διευρυνθεί με την κατάργηση συνολικά κάθε κρατικής και κυβερνητικής παρέμβασης, δικαστικής και οικονομικής.

Η Διοίκηση του ΕΚΤ όλα τα προηγούμενα χρόνια παρενέβη επετειακά, όταν κηρυσσόταν πανελλαδικές απεργίες της ΓΣΕΕ, χωρίς να καταβάλει καμία προσπάθεια για την καλύτερη, πιο μαζική και αποτελεσματική οργάνωση των κινητοποιήσεων.

Το πλαίσιο στο οποίο περιόριζε την συμμετοχή στις απεργίες ήταν μια γενική διαμαρτυρία-καταγγελία κατά της αντεργατικής πολιτικής, χωρίς να στηλιτεύει τον κύριο υπεύθυνο αυτής της πολιτικής, δηλαδή την κυβέρνηση και τις πολιτικές δυνάμεις που την στήριζαν.

 Με τον τρόπο αυτό προσπάθησε να κρατήσει δύο καρπούζια σε μία μασχάλη: αφενός μεν να δείχνει στους εργαζόμενους ότι κάνει αγώνες, αφετέρου δε να μην πλήττονται ιδιαίτερα και οι πολιτικοί φορείς από τους οποίους στηρίζεται η Διοίκηση, και κατά προέκταση και η κυβέρνησή τους.

   Την ίδια στιγμή η ηγεσία του ΕΚ συμμετείχε μαζί με την ηγεσία της ΓΣΕΕ στα διάφορα προγράμματα απασχόλησης κάνοντας τον επιλοχία και βάζοντας στη σειρά τα εκατομμύρια των ανέργων που αναζητούσαν μια δουλειά και ένα μισθό για να ζήσουν.

Η ηγεσίες της ΓΣΕΕ και του ΕΚΤ πήραν από το κράτος τα ψίχουλα που τους αντιστοιχούσαν για την εκδούλευση αυτή, λειτουργώντας σαν ΜΚΟ, και παράλληλα έκαναν δημόσιες και πελατειακές σχέσεις με την εξυπηρέτηση και προώθηση για εργασία κάποιων ανέργων.

Η Διοίκηση του ΕΚΤ δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων σε αρκετές περιπτώσεις εργατικών διαφορών. Μία από αυτές τις περιπτώσεις ήταν ο αγώνας των καθαριστριών που δούλευαν στον εργολάβο καθαριότητας στο Νοσοκομείο Τρικάλων. Οι καθαρίστριες διεκδίκησαν αγωνιστικά τα δεδουλευμένα 6 μηνών και ενώ ζήτησαν τη συνδρομή του ΕΚΤ, η Διοίκησή του απουσίασε καθ όλη τη διάρκεια των κινητοποιήσεών τους, αλλά και κατόπιν όταν έγιναν εκδικητικές απολύσεις από τον εργολάβο ο οποίος ζήτησε από τις καθαρίστριες να υπογράψουν δηλώσεις μετανοίας για την συμμετοχή τους στις κινητοποιήσεις που έγιναν.

Για όλους τους παραπάνω λόγους η Διοίκηση του ΕΚΤ δεν έχει να επιδείξει θετικό απολογισμό.

Αντίθετα, έχει να απολογηθεί γιατί δεν οργάνωσε και δεν συντόνισε τους εργατικούς αγώνες, και δεν έδειξε τον ίδιο ζήλο που έδειξε για την βιομηχανία παραγωγής αντιπροσώπων.

Ευθύνες για τον εκφυλιστικό κατήφορο έχουν όλες οι δυνάμεις που συμμετείχαν στην απερχόμενη Διοίκηση πράγμα που αποτυπώνεται στη ραγδαία μείωση των αντιπροσώπων που φτάνει στο 50%!!

Η Αγωνιστική Πρωτοβουλία πρωτοστάτησε σε όλους τους αγώνες που αναπτύχθηκαν, στις απεργίες, τις συγκεντρώσεις, στα συλλαλητήρια αλλά και στους αγώνες σε χώρους εργασίας όπως στον αγώνα των απολυμένων στην επιχείρηση ξυλείας του Μαλαβάκη όπου καταγγείλαμε την παρουσία στο πλευρό του εργοδότη ατόμων έξω από την επιχείρηση, πράγμα για το οποίο διωχθήκαμε δικαστικά και αθωωθήκαμε πανηγυρικά στο δικαστήριο, στον δίκαιο αγώνα των καθαριστριών του Νοσοκομείου Τρικάλων, όπου επίσης ο εργολάβος επιδιώκει την δικαστική μας δίωξη, και αλλού.

Προτάσσοντας την αναγκαιότητα ενός ενιαίου μετώπου πάλης όλων των εργατών στη βάση των προβλημάτων ενάντια στον καπιταλισμό, παλέψαμε για την συνολική ανατροπή της αντεργατικής επίθεσης και της κυβέρνησης που την υλοποιούσε, για την ανατροπή του ίδιου του καπιταλισμού.

 

Ως Αγωνιστική Πρωτοβουλία, παλεύουμε αποφασιστικά μέσα στο υπάρχον συνδικαλιστικό κίνημα, για την αλλαγή των συσχετισμών δύναμης σε όλα τα επίπεδα. Για ένα σωματείο κατά κλάδο, μια Ομοσπονδία, ένα Εργατικό Κέντρο, μία ΓΣΕΕ,  όλα «εκτός πάσης αστικής επιρροής» όργανα πάλης στα χέρια των εργατών.

Μπροστά στην αδράνεια της ηγεσίας της ΓΣΕΕ και του Εργατικού Κέντρου, προτάξαμε το συντονισμό δράσης Ομοσπονδιών και σωματείων για την υπογραφή Κλαδικών Συμβάσεων. Παλεύουμε για τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού μας κινήματος, της ΓΣΕΕ και του Εργατικού Κέντρου. Ενάντια στην πρακτική των σωματείων-σφραγίδων και στη βιομηχανία παραγωγής αντιπροσώπων για το ΕΚ, στην οποία συμμετείχαν όλες οι δυνάμεις που εκπροσωπούνταν στη Διοίκηση.

Για σωματεία μαζικά, ενωτικά, αγωνιστικά, αυτοτελή και ανεξάρτητα από το κράτος και την εργοδοσία, από τα κόμματά τους, την ιδεολογία και τα συμφέροντά τους.

Εμπρός, μέσα από ένα ενιαίο πανεργατικό μέτωπο πάλης στη βάση των προβλημάτων μας και ενάντια στον καπιταλισμό που αποτελεί την πηγή των δεινών μας, να αποκρούσουμε την επίθεση που δεχόμαστε, να πιέσουμε την κυβέρνηση να υλοποιήσει άμεσα τις υποσχέσεις που έδωσε στην εργατικής τάξη, να διευρύνουμε τις καταχτήσεις μας, να καταργήσουμε την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Η Αγωνιστική Πρωτοβουλία, κατέρχεται με ψηφοδέλτιο στις εκλογές για την ανάδειξη Δ.Σ του Εργατικού Κέντρου Τρικάλων, και με στόχο την εκπροσώπησή της στο νέο Δ.Σ.

 

Αγωνιστική Πρωτοβουλία εργαζομένων-ανέργων Τρικάλων Μάης 2015

Παρασκευή 8 Μαΐου 2015









Άλλαξε κάτι ή όχι για την εργατική τάξη μετά τις εκλογές της 25ης Γενάρη;

 

Με ανακοίνωση-κάλεσμα προς τα μέλη του σωματείου, η Διοίκηση του Σωματείου Ιδιωτικών Υπαλλήλων Τρικάλων, καλούσε σε επαναληπτική Γενική Συνέλευση για την Κυριακή 19/4, μιας και η προηγούμενη δεν είχε απαρτία και δεν πραγματοποιήθηκε.

Στην εν λόγο ανακοίνωση, η οποία απηχούσε την άποψη της πλειοψηφίας της Διοίκησης του σωματείου, αναφέρονταν ότι: «Η «επόμενη μέρα των εκλογών» είναι ίδια με την προηγούμενη. Ο αντίπαλος μας είναι ακόμα εδώ!...»

«…Αυτός ο αντίπαλος δεν έφυγε με την εναλλαγή της κυβέρνησης. Αξιοποιώντας αυτή την εναλλαγή βρίσκεται εδώ πιο έτοιμος και εξοπλισμένος…»

Και η ανακοίνωση συνέχιζε θέτοντας το διεκδικητικό πλαίσιο που πρέπει να έχει το σωματείο: «Διεκδικούμε: Κλαδική σύμβαση με βασικό μισθό 920 ευρώ,  υποχρεωτικά εκτελεστέα για όλους.

Σταθερή μόνιμη δουλειά για όλους, ωράριο εργασίας 40ωρο-8ωρο-5θήμερο.

Κατάργηση ωρομίσθιου μερικής απασχόλησης και μετατροπή όλων αυτών των συμβάσεων σε συμβάσεις αορίστου χρόνου – νομοθετική κατοχύρωση της Κυριακής αργίας.

Επίδομα ανεργίας για όλους τους ανέργους χωρίς όρους και προϋποθέσεις για όλη την περίοδο της ανεργίας.»

Πόσο αλήθεια είναι άραγε το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η πλειοψηφία του ΔΣ και πόσο συνεπείς με αυτό είναι οι συνάδελφοι του ΔΣ; Πώς εκφράζεται, δηλαδή, αυτό το συμπέρασμα στις διεκδικήσεις του σωματείου;

Αν η επόμενη μέρα των εκλογών είναι ίδια με την προηγούμενη, τότε θα έπρεπε και τα αιτήματα, οι στόχοι πάλης και οι διεκδικήσεις μας να είναι τα ίδια. Είναι όμως τα ίδια;

Όχι! Αρκετά από τα αιτήματα και τις διεκδικήσεις μας παραμένουν ίδια. Όπως για παράδειγμα το αίτημα «Επίδομα ανεργίας για όλους τους άνεργους μέχρι να βρουν δουλειά».

 Κάποια από αυτά όμως διαφοροποιήθηκαν. Και αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι τα αποτελέσματα των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου αποτέλεσαν ήττα των  μνημονιακών δυνάμεων και μια πρώτη νίκη του κινήματος σε βάρος των μνημονιακών πολιτικών. Με το γεγονός ότι εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα στήριξαν μαζικά την εκλογή μια νέας κυβέρνησης με αντιμνημονιακό λόγο, για να απαλλαγούν από τις αντεργατικές-αντιλαϊκές πολιτικές που εφαρμόστηκαν σε βάρος τους και τους υπέβαλαν σε διαρκείς στερήσεις.

Το γεγονός αυτό έγινε αντιληπτό από όλες τις πολιτικές δυνάμεις και από την πλειοψηφία της εργατικής τάξης. Με τη σειρά τους, όλες οι πολιτικές δυνάμεις και οι εργατικές παρατάξεις αποδέχονται ότι κάτι άλλαξε. Είτε με άμεσο τρόπο, με αποφάσεις και ντοκουμέντα, είτε με έμμεσο τρόπο, με την πρακτική τους στο μαζικό κίνημα και τη νέα ατζέντα των διεκδικήσεών τους, παραδέχονται ότι κάτι άλλαξε.

Για του λόγου του αληθές παραθέτω τις αιχμές των διεκδικήσεων του σωματείου μας πριν και μετά τις εκλογές.

Πριν τις εκλογές του Γενάρη διεκδικούσαμε για παράδειγμα «να μην καταργηθούν οι ΣΣΕ». Τώρα διεκδικούμε «Κλαδική σύμβαση με βασικό μισθό 920 ευρώ».

Μόλις τον περασμένο Δεκέμβρη απεργούσαμε με αίτημα «όχι στην κατάργηση της κυριακάτικης αργίας». Τώρα διεκδικούμε να ικανοποιηθεί το αίτημα για «νομοθετική κατοχύρωση της Κυριακής αργίας».

Η διαφοροποίηση κάποιων αιτημάτων και διεκδικήσεων του σωματείου, σαν αποτέλεσμα της ίδιας της πραγματικότητας που διαμορφώθηκε μετά τις εκλογές και της έμμεσης αναγνώρισής της από την πλειοψηφία του ΔΣ, η οποία πρόσκειται στο ΠΑΜΕ, δείχνει στην πράξη ότι, κάτι άλλαξε. Η ισοπεδωτική διαπίστωση ότι «η επόμενη μέρα των εκλογών είναι ίδια με την προηγούμενη», έρχεται σε αντίφαση με τις αλλαγμένες διεκδικήσεις του σωματείου. Αποτελεί τουλάχιστον στρουθοκαμηλισμό η μη παραδοχή αυτής της αλλαγής και η επιμονή κάποιων να κρατάνε το κεφάλι στην άμμο, πράγμα που αποτελεί μια απέλπιδα προσπάθεια δικαίωσης του πολιτικού φορέα που στηρίζει το ΠΑΜΕ, να αποδείξει ότι είχε δίκιο προεκλογικά όταν έλεγε ότι «τίποτα δεν αλλάζει», σπέρνοντας την ηττοπάθεια.

Τι άλλαξε όμως, και πια πρέπει να είναι η στάση μας απέναντι σε αυτή την αλλαγή;

Η εργατική τάξη και ο λαός έκαναν ένα πρώτο βήμα με την ψήφο τους στις 25 Ιανουαρίου για να απαλλαγούν από τα μνημόνια. Αποσταθεροποίησαν την κυρίαρχη πολιτική γραμμή της αστικής τάξης αλλά δεν την έχουν ανατρέψει. Ο μόνος δρόμος, όμως, απαλλαγής από τις μνημονιακές πολιτικές, είναι ο δρόμος της συνολικής σύγκρουσης με τις δυνάμεις του κεφαλαίου, μέσα και έξω από τη χώρα. Πράγμα που γίνεται πλατιά κατανοητό με τους συνεχόμενους εκβιασμούς των δανειστών-τοκογλύφων αλλά και τις αντιδράσεις και τις ίντριγκες των ντόπιων συμφερόντων.

Οι μνημονιακές πολιτικές δεν μπορούν να καταργηθούν χωρίς σύγκρουση με τους καπιταλιστές και το κράτος τους και την ΕΕ που επιβάλει αυτές τις πολιτικές σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Η κατάργηση του μνημονίου, η κατάργηση δηλαδή των εφαρμοστικών νόμων και η καταγγελία της δανειακής σύμβασης είναι ο πρώτος κρίκος μιας αλυσίδας που αναγκαστικά συνδέεται με την παύση πληρωμών, τη μη αναγνώριση και τη διαγραφή του χρέους το οποίο αποτελεί θηλιά στο λαιμό της εργατικής τάξης, και τείχος πάνω στο οποίο προσκρούουν όλες σχεδόν οι διεκδικήσεις της.

Το σκηνικό που διαμορφώθηκε μετά τις εκλογές δημιουργεί συνθήκες διεκδίκησης που πρέπει το μαζικό συνδικαλιστικό κίνημα να αξιοποιήσει, στην κατεύθυνση της πίεσης προς την κυβέρνηση για την υλοποίηση των δεσμεύσεών της απέναντι στην εργατική τάξη και το κίνημά της, για την αποκατάσταση των ΣΣΕ, την κατάργηση των χαρατσιών και της υπερφορολόγησης κλπ, στηλιτεύοντας τις όποιες υπαναχωρήσεις της σε σχέση με τη χρονική μετάθεση της υλοποίησης τους.

Χωρίς το κίνημα να περιοριστεί μόνο σε αυτά.  

Το μαζικό εργατικό κίνημα πρέπει να διεκδικήσει αγωνιστικά την διεύρυνση των κατακτήσεών του στην προοπτική της υλοποίησης της ιστορικής αποστολής της εργατικής τάξης, η οποία προκύπτει από τη θέση της στην παραγωγή, και είναι η ανατροπή του καπιταλιστικού εκμεταλλευτικού συστήματος και η οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας χωρίς φτώχια, ανεργία, εξαθλίωση, χωρίς πολέμους, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

 

Παπαϊωάννου Γιάννης μέλος του ΔΣ του σωματείου Ιδιωτικών υπαλλήλων Ν. Τρικάλων